|
Ξέρω! Είναι κάπως αργά...
|
|
«Ίσως τις μελαγχολικότερες ιστορίες τις λέμε μόνοι μας τα βράδια, για να βαστάμε τον θάνατο των άλλων και την μοναξιά τους. Και σαν πλαγιάζουμε έχουμε πάντοτε το χέρι μας ξεσκέπαστο γιατί... για φαντάσου να έρθουνε όλοι οι λυπημένοι τη νύχτα και να μην βρουν ούτε ένα χέρι για να κρατηθούν!
|
|
|
|
|
|
Κορίτσι Των Σκοτεινών Δασών
|
|
«Κόψε λίγη από τη νυχτιά σου να ‘χω να σε ποθώ τα βράδια, σε υπνώδες αγναντεύσεις της αφής
θα ‘ρθω να ξαποστάσω σ’ εσένα που θεϊκά υπήρξαν τα καλέσματά σου χωρίς να το θελήσεις.
(Γι’ αυτό σου λέγω) οι ομορφότερες ιστορίες άθελά μας υφίστανται».
|
|
|
|
|
|
«...σε όσους έμαθαν / από τον πόνο ελπίδα να ποιούν...» Ένα βιβλίο αφιερωμένο και γραμμένο από άτομα με σκλήρυνση κατά πλάκας. Μια συλλογική προσπάθεια που συγκεφαλαιώνει το πείσμα και την ανάγκη όλων μας να υπάρξουμε "τέλειοι" μέσα σε κάθε πεδίο συνένωσής με τον άλλον.
|
|
|
|
|
|
Σχολιασμός των Ψαλμών του Δαβίδ από 20 συγγραφείς (ψυχίατροι, ψυχολόγοι, λογοτέχνες και θεολόγοι) με σκοπό την ανάδειξη της ουσιώδης σημασίας των βιβλικών κειμένων και των καταπραϋντικής τους συμβολή στην σύγχρονη εποχή της κατάθλιψης και τους άγχους.
|
|
|
|
|
|
...με όλα τα κύτταρα του είναι μου σε πόθησα...
|
Ποίηση, Translated poetry, Spanish
|
|
|
ROOM 321
|
era una acera olvidada sin suelas purulentas sin dedos que ignoran el amor
era una acera observada de pecho superfluo de espalda ajada
era un lamento de placer room 321.
(¡con trocitos de cristal ilegal en su carne!)
|
|
|
|
|
|
|
SÍLABA MÁRMOL
|
arrojadas lenguas de fuego en sueños ignaros en verdad no demarcan. asimétrica manta floqueada sobria pérdida instante de contacto imprevisible el espacio. –rutas lineales de oscuridad alabastrina en campana de mano– que el rojo venga para abrazarlo sobre el frío del mármol. Lo que se pauta dentro y fuera no enjuaga la culpa. Silueta de violación ataque premeditado a una blanquísima matriz.
En la facilidad de la madera nunca te convertiste en querida…
-Cíclicas repeticiones de un acuario de luzen un soplo de labios-
En la rigidez del mármoldes nuda te cincelaron...
–la roja sangre de la matriz se derramó en lo exánime del blanco– te derramaste encarnadamente
|
|
|
|
|
|
|
SÍLABA HORMIGÓN
|
Abruptas esquinas en cáusticos giros lingüísticos.
Dejaste la última sílaba átona como de hormigón el contacto incoloro.
–más abajo borbollan los orificios de lo deseable–
¡La mirada empero más azul y hecha de azul!
¿Qué memoria encorará las heridas que te dañan la mano? No recuerdo que me dijeras.
Nunca sentiste afecto por el silencio del mármol, recuerdo…
–más adentro mudo se comprime el fruto del ansia–
Nunca sintió afecto por ti el silencio del mármol, recuerdo…
|
|
|
|
|
|
|
VEN A MÍ
|
|
Escucha…escucha…escúchame…
Ven a mí, Ven a mí a habitarme. Mi deseo agotó la carne vacante.
|
|
|
|
|
|
|
CUANDO LOS POETAS SE ACUESTAN
|
Quizás contamos las historias más melancólicas solos por las noches, para soportar la muerte de los otros y su soledad. Y cuando nos acostamos siempre tenemos nuestra mano estirada porque… ¡imagina que todos los sufrientes vienen por la noche y que no hallen ni una mano a la que agarrarse!
|
|
|
|
|
|
|
|
|
|
|